
Τρία πουλιά
Τρία πουλάκια κάθονταν
Και ψήναν ομελέτα
Του ενός του πέφτει το ταψί
Τ' άλλου τ αυγό του σπάει
Του τρίτου του καλύτερου
Κανείς δεν του μιλάει.
Γιατί αγάπη μου γιατί
Γιατί γλυκιά μου
φωνάζεις τ όνομά μου
τώρα που με χρειάζεσαι
τώρα που ανάγκη μ έχεις;
Την κολώνα της ΔΕΗ
εκεί δα δεν την βλέπεις;
Πήγαινε δες αν έρχομαι
και τον σταυρό σου κάνε
κι αν ο Θεός το θέλησε
μαζί σου εγώ θα 'μαι.
Βροχή
Καταιγίδα, καταιγίδα, καταιγίδα, καταιγίδα
Ούτε λέξη δεν βρέθηκε για να γραφτεί το ποίημα.
Μόνο τη γίδα σκέφτηκα μα αυτή σχέση δεν έχει
κι όποιος το ίδιο σκέφτηκε ίδιο μυαλό κατέχει.